χουφτιά

χουφτιά
και φουχτιά, η, Ν
η ποσότητα που χωράει σε μια χούφτα, σε μια παλάμη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χούφτα / φούχτα + κατάλ. -ιά (πρβλ. κουταλ-ιά)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • χουφτιά — χουφτιά, η και φουχτιά, η όσο χωράει μια χούφτα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αδραξιά — και δραξιά, η [αδράχνω] 1. βίαιο πιάσιμο, άρπαγμα, γράπωμα 2. η ποσότητα που μπορεί να χωρέσει στη χούφτα, η χουφτιά …   Dictionary of Greek

  • δραξιά — και δρακιά, η δραξ, χουφτιά …   Dictionary of Greek

  • φουχτιά — η, Ν βλ. χουφτιά …   Dictionary of Greek

  • φουχτιά — φουχτιά, η και χουφτιά, η όσο χωράει μια φούχτα, το περιεχόμενο μιας φούχτας, αδραξιά, χεριά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • χουφτωσιά — χουφτωσιά, η και φουχτωσιά, η χουφτιά, όσο χωράει μια χούφτα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”